5 γενιές, 150 χρόνια πάθος και παράδοση στο Ούζο Βαρβαγιάννη- Η ιστορία του Ευστάθιου που ξεκίνησε από την Οδησσό για να «αποστάξει» το μεράκι του στη Λέσβο

Ήταν γύρω στα 1860 όταν ο Ευστάθιος Ι. Βαρβαγιάννης έφτασε στο γραφικό Πλωμάρι της Λέσβου. Νησί πλούσιο κι ευλογημένο η Λέσβος, με εύφορη γη, εξαιρετικό κλίμα και άφθονα νερά που έδιναν ζωή σε μια αξεπέραστη ποικιλία γλυκάνισου και σ' εκατοντάδες σπάνια αρωματικά φυτά. 

Ήταν γύρω στα 1860 όταν ο Ευστάθιος Ι. Βαρβαγιάννης έφτασε στο γραφικό Πλωμάρι της Λέσβου. Νησί πλούσιο κι ευλογημένο η Λέσβος, με εύφορη γη, εξαιρετικό κλίμα και άφθονα νερά που έδιναν ζωή σε μια αξεπέραστη ποικιλία γλυκάνισου και σ' εκατοντάδες σπάνια αρωματικά φυτά.
 


Ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης με την σύζυγο του Βάγια, τη μητέρα της Μαριγώ Βουρβούλια και τον γιο του Ιωάννη

Σ' αυτή τη γη, ο χαρισματικός δημιουργός ξεκίνησε τη διαδικασία της πρώτης απόσταξης και την παραγωγή του άριστης ποιότητας ούζου, φορτωμένος με την εμπειρία και τη γνώση της απόσταξης από την Οδησσό της Ρωσίας.

 

Το πρώτο όχημα της ποτοποιίας. Το αγόρασε ο Ιωάννης Βαρβαγιάννης (διακρίνεται μπροστά στην μέση) από τον ελληνικό στρατό.

Σήμερα, στο Πλωμάρι της Λέσβου, στα σύγχρονα, ιδιόκτητα αποστακτήρια της Ποτοποιίας Βαρβαγιάννη (www.barbayanni-ouzo.com), η τεχνολογία συνυπάρχει σε απόλυτη αρμονία με την ιστορία και την παράδοση.
 


Ο Ιωάννης Βαρβαγιάννης στο γραφείο του

Πιστοί φύλακες της παράδοσης



Διαφημιστική αφίσα που αναδυκνύει τη μακρά παράδοση της εταιρίας Βαρβαγιάννη (δεκαετία του ‘30)

Πιστοί φύλακες της παράδοσης των 150 χρόνων, η οικογένεια Βαρβαγιάννη που βαδίζει στα βήματα που χάραξε ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης. Με πολλή αγάπη και μεράκι, τα μέλη της οικογένειας επιλέγουν προσεκτικά αγνά, φυσικά υλικά και παρακολουθούν με ιδιαίτερη φροντίδα τη διαδικασία απόσταξης, που γίνεται με τον παλιό, παραδοσιακό τρόπο όπως τονίζει στο www.reporter.gr η Βάγια Βαρβαγιάνη και ξεκαθαρίζει ότι πλέον η εταιρεία έχει στις πλάτες της έξι γενιές, καθώς τόσο τα δικά της παιδιά όπως και τα παιδιά των αδελφών της Στάθη και Μανώλη δουλεύουν πια στην επιχείρηση.





Ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης με τον εγγονό του Στάθη (απόκριες του 1952).

Τουλάχιστον εμείς οι μεγάλοι, μας λέει η Βάγια Βαρβαγιάννη, είμαστε συνυπεύθυνοι για την πορεία της εταιρείας και οι αποφάσεις λαμβάνονται και από τους τρεις. Δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε αναφέρει χαρακτηριστικά, η ίδια το αντίθετο πρέπει να διατηρήσουμε αφενός αλώβητη την παράδοση που κληρονομήσαμε και αφετέρου να την πάμε ένα βήμα παρακάτω. «Και νομίζω ότι τα έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα καθώς στην Πέμπτη γενιά, δηλαδή σε εμάς τα αδέρφια, οφείλεται το λανσάρισμα του Ούζου Βαρβαγιάννη Πράσινο, το οποίο είναι ένα γνήσιο απόσταγμα 100% που παράγεται στους 42% Vol.
 


Ο Ιωάννης και η Ειρήνη Βαρβαγιάννη (δεκαετία του ‘50)

Το 1997, επίσης, η πέμπτη γενιά δημιούργησε στο Πλωμάρι το πρώτο Μουσείο Ούζου στην Ελλάδα. Στους ανενεργούς πια άμβυκες που θα δείτε εκεί είναι γραμμένη η ιστορία της ελληνικής ποτοποιίας... «Είναι μια ζωντανή φωνή που λέει ότι εκεί υπάρχει κάτι διαφορετικό, αυτό που λέμε παράδοση, αυτό που λέμε οικογενειακή επιχείρηση», όπως εύστοχα μας λέει η ίδια.
 


Ο Γιάννης Βαρβαγιάννης με φίλους στο καφενείο του Τσιριγώτη, ο οποίος εικονίζεται δίπλα του (τέλη δεκαετίας του ‘60)


Πιστοί καταναλωτές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό



Ο Γιάννης Βαρβαγιάννης πίνει τελετουργικά ούζο με τον φίλο του Δημήτρη Αλιγιάννη (μπάρμπα-Βρούχο)

Από τη δεκαετία του 1990 η ποτοποιία διατηρεί μια σταδιακά ανοδική πορεία, με παραγωγή που κυμαίνεται στα 40.000 κιβώτια των 700 ml. To 22% της παραγωγής, επισημαίνει στο "R" η Βάγια Βαρβαγιάννη ταξιδεύει στο εξωτερικό, καθώς τα προϊόντα μας έχουν αποκτήσει πιστούς καταναλωτές και σε άλλες αγορές όπως Αμερική, Ν. Αφρική, Αυστραλία, Κύπρος, Γερμανία.



Όσον αφορά την τιμή που πωλούνται τα προϊόντα στο εξωτερικό, αυτό εξαρτάται από την φορολογία του κάθε κράτους.



Προεκλογική συγκέντρωση στην πλατεία του Πλωμαρίου (δεκαετία του ‘30)

Για παράδειγμα στη Γερμανία το μπλε ούζο μας πωλείται στο ράφι αντί 14 ευρώ περίπου –τα 700 ml- αντί 11,5-12 ευρώ που είναι στην Ελλάδα.



Το καφενείο του ‘’Αυτουσμή’’ (δεκαετία του ‘50)

«Η διατήρηση της ποιότητας είναι για μας το Α και το Ω έτσι ώστε η εταιρεία να συνεχίσει το ταξίδι της μέσα στο χρόνο», μας επισημαίνει η Βάγια Βαρβαγιάννη. Στο πλαίσιο αυτό τα προηγούμενα χρόνια προχωρήσαμε σε μία εκ βάθρων αναδιοργάνωση της εταιρείας στο επίπεδο της παραγωγής ανανεώνοντας τα μηχανήματά μας, ενώ αγοράσαμε και καινούργια καλούπια για τις συσκευασίες τα οποία και αγοράσαμε από την Ιταλία.

 

Λεπτομέρεια του άμβυκα
 
Πλαίσιο

Η τρομακτική φορολογία με την οποία επιβαρύνθηκε το ούζο στη διάρκεια των τριών τελευταίων χρόνων, εκτός από τις καταστροφικές συνέπειες που είχε στην κατανάλωση, οδήγησε στην αθρόα λαθραία εισαγωγή απομιμήσεων τσίπουρου και ούζου από διάφορες βαλκανικές χώρες – «νύχτα με νταλίκες φέρνουν ολόκληρα βυτία» με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει η περιοχή της Βορείου Ελλάδος – και όχι μόνο – με φθηνό και εξαιρετικά υποβαθμισμένο προϊόν, το οποίο εκ των πραγμάτων ασκεί αθέμιτο ανταγωνισμό «κανιβαλίζοντας» ένα από τα πιο παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα (όπως επίσης και το εμφιαλωμένο τσίπουρο).



Από την τελετή θεμελίωσης του Νοσοκομείου Πλωμαρίου στην έκταση που δώρισε ο Ευστάθιος Βαρβαγιάννης (22-11-1921). Το κτίριο ολοκληρώθηκε, αλλά χρησιμοποιήθηκε ως γηροκομείο, παιδικός σταθμός και τελικά ως κέντρο υγείας.





Παλαιοί χάλκινοι άμβυκες ξεκουράζονται στο Μουσείο Βαρβαγιάννη



Ο κεντρικός διάδρομος του Μουσείου Ούζο Βαρβαγιάννη



Ο σπαστήρας σε χρήση στο παλαιό εργοστάσιο Ιωάννη Βαρβαγιάννη. Διακρίνεται, στη μέση, ο ιδιοκτήτης.


Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ