Θύμωσα & σταμάτησα να παίζω όταν χτύπησε το κινητό στη μέση της συναυλίας: Συνέντευξη με τον Λεωνίδα Καβάκο, 1 από τους μεγαλύτερους βιολονίστες του κόσμου


Αν κοιτάξει κάποιος το πρόγραμμα του Λεωνίδα Καβάκου σήμερα, θα διαπιστώσει ότι ελάχιστοι καλλιτέχνες έχουν τη δική του παρουσία και την παγκόσμια κάλυψη σε ζωντανές εμφανίσεις. 

Με το ημερολόγιό του κλεισμένο για τα δυο επόμενα χρόνια, (την επόμενη καλλιτεχνική περίοδο 2016-2017, θα είναι Artist in Residence της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης), ο διεθνούς φήμης βιολονίστας και καλλιτέχνης βρίσκεται αυτή την εποχή στην Ελλάδα για το Σεμινάριο βιολιού & Workshop Μουσικής Δωματίου. Πρόκειται για ένα σημαντικότατο γεγονός εκπαιδευτικού χαρακτήρα και καλλιτεχνικής αξίας με παγκόσμια απήχηση, η ιδιαιτερότητα του οποίου έγκειται στο γεγονός ότι είναι ανοιχτό σε νέα ταλαντούχα παιδιά, καθώς και σε επαγγελματίες μουσικούς από όλο τον κόσμο.

Στη συνέχεια θα εμφανιστεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 12 Μαΐου, με τη διπλή ιδιότητα του σολίστα και του μαέστρου, όπου θα ερμηνεύσει το αριστουργηματικό Τρίτο κοντσέρτο για βιολί του Μότσαρτ και θα διευθύνει τη Φιλαρμονική της Γαλλικής Ραδιοφωνίας στο έργο Berceuse élégiaque του Μπουζόνι και τις Εικόνες από μια έκθεση του Μουσόργκσκι. Τον συναντήσαμε και μιλήσαμε για το μουσικοπαιδαγωγικό του έργο, το μάρκετινγκ, την εκπαίδευση του κοινού και την αξία της διαχρονικότητας ενός μουσικού στον παγκόσμιο στίβο.

Το σεμινάριο, λέει ο Λεωνίδας Καβάκος στην Αργυρώ Μποζώνη και το Elculture.gr, «είναι μια προσπάθεια σχεδόν ατομική, ήταν μια σκέψη η οποία ξεκίνησε λόγω της σχέσης μου με τον Κωστή Γαϊτάνο, ο οποίος μου έλεγε επί χρόνια ότι ήθελε να το κάνω. Το αποφάσισα επειδή η διδασκαλία είναι κάτι που μου αρέσει πολύ και δυστυχώς τη συγκεκριμένη εποχή δε μπορώ να εξασκήσω αυτό το λειτούργημα όπως πρέπει να εξασκείται. Με την έννοια του ότι πρέπει να είσαι παρών, αφοσιωμένος, συγκεντρωμένος και σχεδόν να κάνεις ουσιαστικά μόνο αυτό».

Μπορείτε να ορίσετε τη διδασκαλία όπως την εννοείτε;
Η διδασκαλία είναι μια τεράστια ευθύνη. Έρχεται ο άλλος σε μια ευαίσθητη ηλικία και ουσιαστικά σου εναποθέτει τα όνειρά του και ως δάσκαλος έχεις την ευθύνη να τον βοηθήσεις να τα πραγματοποιήσει. Αυτό είναι κάτι που είναι πολύ δύσκολο, δεν είναι καν επάγγελμα, όπως δεν είναι επάγγελμα και το να παίζεις μουσική. Απλώς υπάρχει η πρακτική πλευρά της ζωής που τα κάνει αυτά επαγγέλματα. Αφού αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή δεν μπορώ να σταματήσω να παίζω, έχω βρει έναν τρόπο με το σεμινάριο αυτό να δημιουργήσω ένα μικρό, αλλά σταθερό σημείο αναφοράς, το οποίο θα δώσει ένα στίγμα του πώς βλέπω τη διδασκαλία.

«Η διδασκαλία είναι μια τεράστια ευθύνη, έρχεται ο άλλος σε μια ευαίσθητη ηλικία και ουσιαστικά σου εναποθέτει τα όνειρά του»

Η δική σας εμπειρία από τους δασκάλους σας ποια ήταν;
Εγώ είχα την ευλογία να μάθω και να έρθω σε επαφή με αυτό το λειτούργημα με ανθρώπους που ήταν πραγματικοί εκπαιδευτές, δεν ήξεραν απλά να μεταδώσουν την πληροφορία πώς εξασκείς την τέχνη του να παίζεις βιολί. Ήταν άνθρωποι που μέσα από τη διδασκαλία της μουσικής μπόρεσαν να διδάξουν την ανθρωπιά, μπόρεσαν να με φέρουν, ως μαθητή, στη θέση του να μπορώ να διαισθανθώ και να σταθώ όρθιος απέναντι στο μεγαλείο της τέχνης και να μπορώ να το αντιμετωπίσω, όχι με την έννοια της μάχης, αλλά με την έννοια της θεώρησης και πολύ περισσότερο με την έννοια της ανάμειξης με αυτό.

Εννοείτε την αντιμετώπιση ενός έργου από έναν μουσικό όχι μόνο τεχνικά, αλλά ως θεώρηση;
Εννοώ το δύσκολο σημείο στο οποίο φτάνει κανείς όταν συνειδητοποιήσει ένα μικρό ποσοστό της τέχνης και της δημιουργίας αυτών των τεράστιων μορφών και της κληρονομιάς που μας άφησαν. Αν είναι κανείς ευαίσθητος και εν εγρηγόρσει διαλύεται, είναι αδύνατον να σταθεί απέναντι σε ένα τεράστιο έργο. Το σημαντικό δεν είναι να παίζει καλά ένα όργανο, αλλά να μπορεί να σταθεί όρθιος στην ασύλληπτη αυτή ενέργεια που είναι συγκεντρωμένη σε αυτή τη δημιουργία. Και να μπορέσει αυτή την ενέργεια, ή ένα μέρος αυτής, να τη μεταδώσει, μορφοποιώντας την, στον κόσμο. Εκείνο που με ενδιαφέρει και που περνάω πάντα στα παιδιά που έρχονται να παίξουν, δεν είναι μόνο το πώς θα παίξουν καλά, αλλά το πώς θα σκεφτούν απέναντι σε ένα κομμάτι, πώς θα σταθούν ως οντότητες, ως μουσικοί.

«Το σημαντικό δεν είναι να παίζει κανείς καλά ένα όργανο, αλλά να μπορεί να σταθεί όρθιος στην ασύλληπτη αυτή ενέργεια»

Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των μεγάλων μουσικών;
Δε με ενδιαφέρουν οι μεγάλοι μουσικοί. Η πληρότητα και η θεώρηση ενός έργου είναι αυτή που κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε έναν οργανοπαίχτη από έναν καλλιτέχνη. Είναι τεράστια η διαφορά και δυστυχώς σήμερα όλοι διδασκόμαστε πώς θα κάνουμε κάτι καλά. Αυτό το κάτι δεν μαθαίνουμε καν να το πλησιάσουμε και να το γνωρίσουμε έστω και μερικώς -γιατί καθολικώς δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τίποτα. Αυτό δε διδάσκεται ούτε στα σχολεία, ούτε στα πανεπιστήμια, ούτε στα σχολεία μουσικής. Αυτό που διδάσκεται είναι η πληροφορία, η κατοχή και η χρήση της. Αλλά το νόημα δε διδάσκεται πουθενά. Εμένα αυτό με ενδιαφέρει να περνάω στα παιδιά διδάσκοντας. Να ενεργοποιηθεί η σκέψη των παιδιών.

Ο μαθητής επηρεάζει ένα δάσκαλο;

Όπως έλεγε ο δάσκαλός μου ο Καφαντάρης, ο μαθητής κάνει τον καλό δάσκαλο, αν μιλάς σε ένα τούβλο, όσο καλός δάσκαλος και να είσαι δεν κάνεις τίποτα. Αν όμως μιλάς σε ένα μαθητή που δεν έχει μόνο ταλέντο, αλλά και ευαισθησία, αυτομάτως το παιδί σε αναγκάζει να ανέβεις επίπεδο ως δάσκαλος. Σε επηρεάζει και σε εμπνέει, σου κάνει μια ερώτηση και πρέπει να απαντήσεις.

Υπάρχουν τέτοια παιδιά;
Σπάνια, αλλά υπάρχουν. Και αυτό όχι γιατί τα παιδιά δεν έχουν προσωπικότητα, αλλά γιατί αυτό είναι απόρροια του τρόπου διδασκαλίας. Στις νέες γενιές υπάρχει ένας φόβος επικοινωνίας, νιώθει κανείς μια απόσταση και πολλές φορές φοβόμαστε να θέσουμε ένα ερώτημα, με το φόβο να μη μας γελοιοποιήσει κάποιος με την απάντησή του. Αυτή η ανασφάλεια είναι ό,τι χειρότερο υπάρχει. Ενώ μέσα μας νιώθουμε την ανάγκη να ρωτήσουμε, δεν το κάνουμε, φοβούμενοι ότι για τον άλλο μπορεί να είναι δεδομένο, κάτι που για μας είναι υπαρξιακό.

«Στις νέες γενιές υπάρχει ένας φόβος επικοινωνίας νιώθει κανείς μια απόσταση και πολλές φορές φοβόμαστε να θέσουμε ένα ερώτημα»

Εσείς όταν φύγατε στα 18 είχατε αυτοπεποίθηση;
Είχα. Γιατί όταν έφυγα για σπουδές στο εξωτερικό είχα ήδη κερδίσει το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό Σιμπέλιους. Ήταν μια τελείως διαφορετική περίπτωση, αλλά εγώ δεν είχα ποτέ το φόβο να ρωτήσω. Κυρίως επειδή μέσα από τα λίγα που έχω διαβάσει, έχω συνειδητοποιήσει ότι το μεγαλείο της ελληνικής φιλοσοφίας δεν είναι να δίνει απαντήσεις, αλλά να θέτει τα ερωτήματα.

Δίνετε περισσότερες από 100 συναυλίες το χρόνο. Αν σας ζητούσα να μου περιγράψετε αυτή τη ζωή;
Υπάρχει αυτή η δύσκολη πλευρά που λέγεται μετακινήσεις, είναι μια πρακτική δυσκολία. Για τους μουσικούς που είναι στην πρώτη γραμμή, αυτό είναι το αντίτιμο. Δεν υπάρχει τίποτα χωρίς αντίτιμο. Δε γίνεται όμως καριέρα με το να καθόμαστε εδώ στην εξοχή.

Πόσο διαφορετικό είναι το κοινό στην Αμερική από ότι στην Ευρώπη;
Η Αμερική πλέον έχει αρκετή παράδοση στο χώρο της τέχνης και της κλασικής μουσικής. Στην Ευρώπη το κοινό ακούει πολύ περισσότερα χρόνια και έχει πολύ λιγότερο νέο κοινό, όχι ηλικιακά. Το καινούργιο κοινό, οι άνθρωποι που έρχονται πρώτη φορά σε συναυλία, είναι για μένα κάτι πολύ συναρπαστικό.

Το καταλαβαίνετε αυτό σε μια αίθουσα;
Βέβαια. Και εκεί που το καταλαβαίνεις περισσότερο είναι στην Κίνα για παράδειγμα. Έρχονται με σάντουιτς ή το τηλέφωνό τους είναι ανοιχτό και χτυπάει.

Αυτό πώς το αντιμετωπίζετε;
Κοιτάξτε, στην Κίνα ξέρεις ότι οι άνθρωποι δε γνωρίζουν και εκπαιδεύονται, τώρα γνωρίζουν σε ευρεία κλίμακα την κλασική μουσική και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να είναι σε μια αίθουσα ή τη σημασία της έναρξης του ήχου μέσα στη σιωπή και την κατάληξη του ήχου μέσα στη σιωπή, αυτό το μαθαίνουν.

Εμείς το ξέρουμε;
Το να μην το ξέρουμε εμείς, εδώ, είναι απαράδεκτο. Στην Αμερική δεν έχεις τέτοιου είδους θέματα, έχεις κοινό που έρχεται πρώτη φορά, είναι πιο ανοιχτό, επειδή το μάρκετινγκ που γίνεται από τους οργανισμούς που προβάλλονται οι συναυλίες είναι πολύ εύστοχο και σωστό. Πιάνει τη συχνότητα του κόσμου, ενώ στην Ευρώπη δεν υπάρχει αυτό.

Θυμώνετε με το κοινό;
Θυμώνω κάποιες φορές. Στο Άμστερνταμ χτύπησε κινητό στη μέση της συναυλίας και σταμάτησα. Διότι όταν 2000 άνθρωποι κοινωνούν εν μέσω σιωπής με κάτι το οποίο παράγεται και είναι κυρίως ακουστικό και βρίσκεσαι εκεί με τη θέλησή σου, το έχεις αποφασίσει, είναι έλλειψη σεβασμού. Και το θέμα δεν είναι ότι ενοχλεί εμένα, ούτε καν ότι ενοχλεί όλους τους άλλους. Είναι ότι εκείνη τη στιγμή καταστρέφει ένα σύμπαν το οποίο έχει δημιουργηθεί με πολύ κόπο.

Μια μεγάλη και πυκνή καριέρα του επιπέδου της δικής σας, με τι μοιάζει;
Η σταδιοδρομία είναι σήμερα όπως μια παρτίδα σκάκι. Δεν κάνεις απρόσεκτες κινήσεις, δεν κάνεις βιαστικές ή πιεσμένες κινήσεις και όταν χρειαστεί να κάνεις κινήσεις υπό πίεση πρέπει να έχεις την οξυδέρκεια, την εμπειρία, την ικανότητα και τη διορατικότητα να κάνεις τη σωστή κίνηση. Το να εμφανίζεσαι σε 80 χώρες είναι σαν να έχεις 80 τετραγωνάκια στο σκάκι. Πρέπει να έχεις όλα τα τετραγωνάκια καλυμμένα. Βέβαια ο σκοπός σου δεν είναι να κάνεις ματ στον αντίπαλο, δεν υπάρχει αντίπαλος με την έννοια αυτή, απλά πρέπει να δημιουργήσεις το άνοιγμα που θα σου κατοχυρώνει τη διάρκεια, την πνευματική και σωματική ακεραιότητα και από εκεί και πέρα εναποτίθεται στο τι θα πράξεις στη σκηνή για να χτίσεις τη σχέση σου με το κοινό. Το οποίο σε ακούει μέσα στα χρόνια αρκετές φορές.

Πόσο ρόλο παίζει το μάρκετινγκ σε αυτές τις καριέρες;
Σε άλλες παίζει, σε άλλες δεν παίζει. Υπάρχουν καταρχήν καλλιτέχνες που έχουν σαν αυτοσκοπό να γίνουν γνωστοί και να επιβάλλουν την παρουσία τους σε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται και άλλοι που δεν τους απασχολεί καθόλου και κινούνται σε μια εντελώς διαφορετική συχνότητα. Κατά την άποψή μου, αυτό που μετράει τελικά είναι η σχέση που χτίζεις με το κοινό. Δηλαδή η εμπιστοσύνη που έχει ο ακροατής ερχόμενος στη συναυλία όταν γνωρίζει ότι φεύγοντας θα έχει εμπλουτίσει το συναισθηματικό και πνευματικό του κόσμο. Αυτή η σχέση δε χτίζεται με κανένα μάρκετινγκ, αλλά μόνο μέσα από τη διαδικασία της τέχνης και αυτό είναι εκπληκτικό γιατί αυτή είναι και  η ουσία της τέχνης, αυτή η επικοινωνία. Η εποχή μάς υπαγορεύει να είσαι παρών, αλλά το πώς θα είσαι παρών είναι αυτό που πραγματικά μετράει.

«Όταν χτίσεις μια εικόνα μάρκετινγκ μέσα από τα μίντια, ο κόσμος έρχεται να δει αυτό που του είπαν ότι θα δει»

Το μάρκετινγκ μπορεί να καταστρέψει έναν καλλιτέχνη;
Όταν χτίσεις μια εικόνα μάρκετινγκ μέσα από τα μίντια, ο κόσμος έρχεται να δει αυτό που του είπαν ότι θα δει. Που σημαίνει ότι αν για εμένα λέει ο τύπος επί πέντε χρόνια ότι είμαι ο μεγαλύτερος δεξιοτέχνης του βιολιού που γεννήθηκε ποτέ και έχω εδραιωθεί με αυτό, δε θα μπορώ να απαλλαγώ από αυτό τον χαρακτηρισμό, όταν αποφασίσω ν’ αρχίσω να παίζω πνευματικά έργα και όχι δεξιοτεχνικά. Τελείωσε, ό,τι και να παίξεις ο άλλος θα έρχεται να δει τον νέο Παγκανίνι.

Εσείς το έχετε αντιμετωπίσει αυτό;
Το 1988 όταν κέρδισα το βραβείο Παγκανίνι, επί τέσσερα – πέντε χρόνια μου ζητούσαν να παίξω το κοντσέρτο Παγκανίνι. Και πήγαινα και έπαιζα. Και κάποια στιγμή επειδή είχε αρχίσει και με ενοχλούσε, είπα στον μάνατζέρ μου «βγαίνει το κοντσέρτο αυτό από τη λίστα και δεν το ξαναπαίζω. Τελειώνει αυτό, δεν υπάρχει, και προχωρούμε αλλιώς». Και βεβαίως από το ’94 μέχρι σήμερα πρέπει να έχω παίξει δυο φορές κοντσέρτο Παγκανίνι. Και ήταν η σωστή κίνηση.

Ζοριστήκατε;
Καθόλου.

Στο νέο σας CD, «Virtuoso», πώς κάνατε την επιλογή των έργων;
Ήθελα μετά από τρία CD με μνημειώδη έργα να παρουσιάσω κάτι που είναι διαφορετικό. Προβάλλει μια πλευρά του ρεπερτορίου του βιολιού που είναι ειδική και έχει τεράστια χάρη, γιατί μέσα σε μια μικρή χρονική διάρκεια έχεις ένα ολόκληρο σύμπαν που δεν υπάρχει σε άλλο έργο που έχει γραφτεί για βιολί από κάποιο μεγάλο συνθέτη. Ήταν μια ιδέα που άρεσε στην εταιρεία, αλλά ήταν πολύ δύσκολο να βρούμε τα έργα, γιατί μια εταιρεία σαν τη DECCA έχει ηχογραφήσει τα πάντα.

Προτιμάτε τη συναυλία ή την ηχογράφηση;
Η συναυλία είναι κάτι που περνάει, η ουσία είναι η επικοινωνία της με τον κόσμο. Η ηχογράφηση είναι μια έμμεση επικοινωνία, κάτι που μένει και την ιδέα που έχεις εκείνη τη στιγμή πρέπει να την αποτυπώσεις ολοκληρωτικά. Είναι δύσκολο πράγμα. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους νοιάζει, τις ηχογραφήσεις δεν τις ακούνε ποτέ, εγώ δεν είμαι τέτοιος. Εμένα η σκέψη ότι μπορεί σε δυο χρόνια να μη μου αρέσει αυτό που έχω ηχογραφήσει με τρελαίνει.

Ακόμα και αν ακούσετε μια ηχογράφησή σας μετά από δέκα χρόνια;
Η δομή του έργου δεν αλλάζει ακόμα και αν αλλάξω εγώ και εγώ δεν είμαι το έργο. Το έργο έχει μια συγκεκριμένη δομή που δεν αλλάζει μέσα στους αιώνες. Αυτή η δομή πρέπει να είναι ξεκάθαρη μέσα από την ερμηνεία. Πάνω σε αυτή μπορείς να έχεις κάποιες διαφοροποιήσεις σήμερα. Να σκεφτώ όμως ότι η δομή του έργου δεν αποτυπώνεται όπως είναι, δε το μπορώ. Είμαι απόλυτος με τον εαυτό μου. Για να ηχογραφήσω πρέπει να είμαι έτοιμος, που σημαίνει ότι πρέπει να έχω σκεφτεί πάρα πολλά πράγματα, πρέπει να έχω εξαντλήσει τα πάντα, όσα μπορώ να εξαντλήσω -άλλωστε δεν υπάρχει τελειότης, αλλά να έχω την ευθύνη αυτή. Το να βγαίνω και να παίζω κάτι μόνο και μόνο επειδή μου αρέσει είναι χυδαίο. Παλιά έκαναν ηχογραφήσεις τρεις και τέσσερις φορές το ίδιο έργο ή μπορούσε να σκεφτεί κάποιος μια βερσιόν και να το ξανακάνει. Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα, σήμερα. Ηχογραφείς μια φορά και είσαι και ευτυχής. Και εγώ θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή γιατί μέσα στους μεγάλους περιορισμούς της δισκογραφίας και πέρα από μόδες, έχω ένα ξεχωριστό συμβόλαιο και δεν υπάρχουν τέτοια σήμερα. Γιατί έχω ένα σχέδιο, ένα όραμα. Το να επικοινωνώ αυτά τα μεγάλα έργα χτίζοντας και δημιουργώντας μια άρρηκτη σχέση με το κοινό, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη και την προσοχή του.

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ