Ο φόβος φυλάει τα έρμα: Γιατί ο Σαμαράς κι ο Βενιζέλος πρέπει να σταματήσουν να θριαμβολογούν και να αλληλοσυγχαίρονται για τα λαμπρά επιτεύγματά τους-Από τον Χρήστο Χωμενίδη
Η Ιστορία είναι μεγάλη δασκάλα. Λίγο προσεκτικά να την ακούς, βρίσκεις πυξίδα –να μην πω και gps- για το παρόν και για το μέλλον. Λίγο συγκεντρωμένος να’σαι στα μαθήματά της.
Γράφει ο Χρήστος Χωμενίδης στη Lifo.gr
Η Ιστορία είναι μεγάλη δασκάλα. Λίγο προσεκτικά να την ακούς, βρίσκεις πυξίδα –να μην πω και gps- για το παρόν και για το μέλλον. Λίγο συγκεντρωμένος να’σαι στα μαθήματά της.
Μάθημα πρώτον: Καθ’όλη τη χαρισάμενη εποχή που αποκαλούμε Μεταπολίτευση, τα δύο κόμματα εξουσίας εφάρμοζαν την εξής τακτική: Όποτε αχνοφαίνονταν στον ορίζοντα εκλογές –συνήθως κάμποσους μήνες πριν από την επίσημη προκήρυξή τους- άρχιζαν να φλομώνουν τον κόσμο εάν μεν βρίσκονταν στην κυβέρνηση, στις παροχές. Εάν δε ήταν στην αντιπολίτευση, στις υποσχέσεις.
Πλησιάζοντας προς τις κάλπες, ο μεταξύ τους διαγκωνισμός προς άγραν ψήφων καταντούσε προσβλητικός τόσο για την αισθητική όσο και για την νοημοσύνη των Ελλήνων. Ποιος από τους άνω των σαράντα δεν θυμάται την ιαχή του Ανδρέα Παπανδρέου «Τσοβόλα Δωσ’τα Όλα!» το 1989; Ή την υπόσχεση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1985 ότι εφόσον εκλεγόταν, θα απήλασσε τα αυτοκίνητα από κάθε φορολογία;
Από την επαύριο κιόλας των εκλογών, οι υποσχέσεις αθετούνταν και οι περισσότερες χρηματικές παροχές παίρνονταν πίσω με την επιβολή μέτρων λιτότητας. (Οι προεκλογικοί διορισμοί –εννοείται- δεν μπορούσαν να ανακληθούν, με την ντουζίνα αγοράζονταν οι καρέκλες στην ΕΡΤ και στην κρατική Ολυμπιακή για να κάτσουν οι νεοφερμένοι υπάλληλοι…) Στην περίπτωση που οι Έλληνες είχαν ανανεώσει την εμπιστοσύνη τους στο ίδιο κόμμα, ως αιτία για την μετεκλογική λιτότητα προβαλλόταν «απρόβλεπτη μεταβολή των διεθνών οικονομικών συνθηκών» ή κάποιο παρόμοιο ψέμμα, που περνούσε στο ντούκου καθότι η εντολή του λαού ήταν νωπή.
Σε περίπτωση που είχε επέλθει κυβερνητική αλλαγή, οι φρέσκιοι στο τιμόνι της χώρας άρχιζαν να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους πως είχαν παραλάβει καμμένη γη και το μεν φιλολαϊκό τους πνεύμα πρόθυμο, η δε σάρκα της οικονομίας ασθενής… Το παραπάνω σχήμα επαναλαμβανόταν στερεοτυπικά επί τριανταπέντε χρόνια, με εξαίρεση όταν πρωτοβγήκε το ΠΑΣΟΚ και από την πρώτη μέρα άρχισε να μοιράζει με τη σέσουλα λεφτά, αποκαθιστώντας από τη μία αδικίες, ανοίγοντας από την άλλη το δρόμο για την ανεξέλεγκτη διόγκωση ελλείμματος και χρέους.
Ας προσεχθεί ωστόσο το εξής: Το κόλπο «ανταλλάσσω χρήματα με ψηφαλάκια για να διατηρηθώ στην εξουσία» συχνά αποτύγχανε. Οι εκλογείς επωφελούνταν της «γενναιοδωρίας» της απερχόμενης κυβέρνησης, ψήφιζαν όμως το κόμμα που ήταν μέχρι τότε στην αντιπολίτευση και τους έταζε τον ουρανό με τα άστρα.
Έτσι συνέβη το 1981, που ο Γεώργιος Ράλλης πάσχισε να διασώσει την Νέα Δημοκρατία προκαταβάλλοντας στους ψηφοφόρους τα «λεφτά της ΕΟΚ». Και το 1989, όπου ο Τσοβόλας τα έδωσε πρόθυμα όλα, το ΠΑΣΟΚ όμως ήρθε δεύτερο. Έτσι συνέβη και το 2004, όταν ο Σημίτης -παρά την όψιμη «χουβαρντοσύνη» του- δεν είδε τις δημοσκοπήσεις να αλλάζουν υπέρ του και μη καταδεχόμενος να χάσει από τον Καραμανλή, παρέδωσε το κόμμα στον ΓΑΠ…
Μάθημα δεύτερον: Οι λαοί συνήθως δεν αποφασίζουν με κριτήριο το παρελθόν, όσο πρόσφατο και ένδοξο κι αν είναι. Αλλά το μέλλον. Όποιος «με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια» υπερισχύει εκείνου που επικαλείται τα απτά επιτεύγματά του, που φυσικά έχουν ποτιστεί με ιδρώτα, ενίοτε και με αίμα.
Το 1920, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ο ηγέτης της «Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Η συνθήκη των Σεβρών έδινε στη Μεγάλη Ιδέα -στο «πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θα’ναι»- σάρκα και οστά. Οι Έλληνες όμως είχαν κουραστεί να πολεμούν. Μαύρισαν τους Βενιζελικούς και εμπιστεύθηκαν τους Βασιλόφρονες που υπόσχονταν ειρήνη.
Στις εκλογές του 1945, στην Μεγάλη Βρεττανία, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ συνετρίβη. Τι και αν ήταν ο νικητής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, εκείνος που αρνήθηκε να συμβιβαστεί με τον επελαύνοντα Χίτλερ και κράτησε την ελπίδα ζωντανή στις πιο δύσκολες ώρες; Οι συμπατριώτες του έκριναν πως οι Εργατικοί θα τα κατάφερναν καλύτερα στην μεταπολεμική ανοικοδόμηση της χώρας…
Τι μάς διδάσκουν τα παραπάνω μαθήματα σχετικά με το σήμερα; Σήμερα, η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου απευθύνεται στους Έλληνες με τον εξής ισχυρισμό: «Εμείς γλυτώσαμε την πατρίδα από την άτακτη χρεοκοπία, την έξοδο από το ευρώ, την απόλυτη καταστροφή. Εμείς άρα είμαστε άξιοι της εμπιστοσύνης σας.»
Γνωρίζοντας βεβαίως ότι τα ωραία λόγια δεν αρκούν, μοιράζουν το όποιο πρωτογενές πλεόνασμα σε «κοινωνικά ευαίσθητες» -δηλαδή εκλογικά χρήσιμες- κατηγορίες του πληθυσμού: Στους ένστολους, για παράδειγμα, που αλλοιθωρίζουν προς τους Ανεξάρτητους Έλληνες και προς τη Χρυσή Αυγή… Η πολιτική αυτή κάθε άλλο παρά αποτελεσματική μού φαίνεται. Ακόμα και αν οι Έλληνες υποκλίνονταν στις προσπάθειες τους και τους αναγνώριζαν ως σωτήρες, το πιθανότερο είναι πως θα προτιμούσαν εκείνους που θα έταζαν το κάτι παραπάνω. Το κάτι διαφορετικό.
Όσο θα βεβαιώνονταν πως «τα πιο δύσκολα τα έχουμε αφήσει πίσω μας» (όπως επαναλαμβάνει ο Αντώνης Σαμαράς), τόσο μεγαλύτερος θα γινόταν ο πειρασμός να δοκιμάσουν και τους άλλους.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος ισχυρίζεται πως με το τέλος των μνημονίων η σημερινή αντιπολίτευση θα χάσει τον λόγο σχεδόν της ύπαρξής της.
Γνώμη μου είναι ότι, αντιθέτως, εκείνοι που τον Ιούνιο του 2012 ψήφισαν με βαριά καρδιά τα παραδοσιακά κόμματα -έντρομοι εμπρός στο ενδεχόμενο να κυβερνήσει σαν μαθητευόμενος μάγος ο ΣΥΡΙΖΑ- υπό συνθήκες νηνεμίας, θα απελευθερωθούν. Και θα γυρίσουν την πλάτη στις πολιτικές δυνάμεις που, καλώς ή κακώς, έχουν ταυτιστεί με την καταραμένη κρίση και με ό,τι οδήγησε σε αυτήν.
Ακόμα και αν ο ΣΥΡΙΖΑ φτάσει μέχρι την πηγή αλλά νερό δεν πιει, φουσκωμένο θα τρέξει το ποτάμι…
Τι θα πρότεινα στους κ.κ. Σαμαρά και Βενιζέλο; Να σταματήσουν να θριαμβολογούν και να αλληλοσυγχαίρονται για τα λαμπρά επιτεύγματά τους, που έτσι κι αλλιώς ελάχιστα τα αισθάνεται στην τσέπη του ο ελληνικός λαός.
Να αποβάλουν επιτέλους τον μεταπολιτευτικό τους ιδεασμό – «μοιράζω φράγκα, παίρνω κουκιά». Να αντικρίσουν και να περιγράψουν την ελληνική πραγματικότητα όπως ακριβώς είναι: Μια κοινωνία εξαντλημένη και απηυδισμένη, με την μεσαία τάξη -την παραδοσιακή της ραχοκοκκαλιά- να έχει κατακερματιστεί, με τους πυλώνες της οικονομίας της –το εμπόριο, την οικοδομή- να έχουν καταρρεύσει. Μια χώρα που έχει πάρα πολύ δρόμο μπροστά της ώσπου να αρχίσει να συνέρχεται.
Εκτός από γενναία και έντιμη, μια τέτοια στάση θα ήταν και πρακτικά ωφέλιμη για τους ίδιους. Δεν θα χαλάρωνε τα λουριά, δεν θα άφηνε περιθώρια για πειραματισμούς. Θα έπειθε αρκετό κόσμο να συνεχίσει να πίνει το μουρουνέλαιο ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Διότι περί αυτού πρόκειται.
«Ο φόβος φυλάει τα έρμα» θα έλεγε ο πολιτικός μέντορας του Αντώνη Σαμαρά, Ευάγγελος Αβέρωφ. Ο φόβος διατηρεί τους αντιπαθείς μα έμπειρους πολιτικούς στην εξουσία.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr